Αρχής γενομένης από την 1η Ιουλίου 2021, τροποποιείται και εκσυγχρονίζεται η κοινοτική οδηγία σε θέματα ΦΠΑ για τις διασυνοριακές δραστηριότητες ηλεκτρονικού εμπορίου από επιχείρηση προς καταναλωτή (B2C), υπό το πρίσμα της εξάλειψης των εμποδίων στις εξ αποστάσεως πωλήσεις και του αθέμιτου ανταγωνισμού, σηματοδοτώντας το τέλος στις εξαιρέσεις επιβολής και την κατάργηση τυχόν απαλλαγής ΦΠΑ στα εισαγόμενα αγαθά.
Λόγω της επερχόμενης επιβάρυνσης με τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας που εφαρμόζεται στη χώρα προορισμού ακόμα και στα εμπορικά είδη μικρής αξίας -τα επονομαζόμενα «μικροδέματα» αξίας έως 22 ευρώ- από τις χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, το e-shopping από τις ασιατικές αγορές, με την Κίνα ως παγκόσμια πρωταθλήτρια του eCommerce, ενδέχεται σύντομα να ακριβύνει και να καταστεί λιγότερο συμφέρον. Άπαξ και παρέλθει η χρυσή εποχή των φθηνών αποστολών από την Κίνα, τα επώνυμα και ιδιαίτερα δημοφιλή marketplaces της Ασίας ενδέχεται να χάσουν έδαφος στο διασυνοριακό εμπόριο.
Είναι αναμενόμενο ότι οι καταναλωτές θα εκτιμήσουν το γεγονός ότι για την αγορά προϊόντων από ηλεκτρονικά καταστήματα και πλατφόρμες εκτός ή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο εφαρμοστέος συντελεστής ΦΠΑ θα είναι πλέον ο ίδιος με αυτόν που ισχύει στη δική τους χώρα (24% για την Ελλάδα), με το σκεπτικό ότι ο νέος κανονισμός θα καταστήσει τον ανταγωνισμό μεταξύ εταιρειών της ΕΕ και τρίτων χωρών περισσότερο δίκαιο και ισορροπημένο.
Πώς μπορούν, λοιπόν, οι Έλληνες e-επιχειρηματίες να επωφεληθούν από τις νέες προκλήσεις και ευκαιρίες που προκύπτουν από τις επικείμενες νομοθετικές τροποποιήσεις και τις απλουστευμένες υποχρεώσεις ΦΠΑ που θα τεθούν σύντομα σε ισχύ, με στόχο την ενιαία ψηφιακή αγορά;
Οι νέες καταναλωτικές τάσεις στη μετά-κορωνοϊό εποχή
Χωρίς ουδεμία αμφιβολία, η πανδημία λειτούργησε ως μία ιδιαίτερα σημαντική κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου σε παγκόσμιο και τοπικό επίπεδο. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το Α’ τρίμηνο του 2020, σχεδόν οι μισοί (47,8%) Έλληνες χρήστες του διαδικτύου ηλικίας 16-74 πραγματοποίησαν online αγορές αγαθών ή υπηρεσιών, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 15,2% σε σχέση με το Α’ τρίμηνο του 2019, Το 65% εξ αυτών αγόρασε είδη ένδυσης, υπόδησης και αξεσουάρ, ενώ 4 στους 10 ξόδεψαν κάτω από 100 ευρώ. Σε πρόσφατες αντίστοιχες έρευνες διαφαίνονται ξεκάθαρα περαιτέρω αυξητικές τάσεις και εντός της τρέχουσας χρονιάς, με την αγορά του ηλεκτρονικού εμπορίου στη χώρα μας να εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 15 δισ. ευρώ ετησίως.
Παρά το πρόσφατο πλήρες άνοιγμα των φυσικών καταστημάτων λιανικής, στο πλαίσιο της σταδιακής χαλάρωσης των περιορισμών που σχετίζονται με την πανδημία, κατά τη διάρκεια των lockdowns οι Έλληνες καταναλωτές εξοικειώθηκαν ακόμα περισσότερο με τα ψηφιακά οργανωμένα κανάλια πώλησης και φαίνονται αποφασισμένοι να διατηρήσουν και στο μέλλον τις νεοαποκτηθείσες διαδικτυακές τους συνήθειες, δείχνοντας την προτίμησή τους στην ευκολία των online αγορών, καθώς και στις μεθόδους πληρωμής χωρίς μετρητά, στα βήματα του επιταχυνόμενου ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας.
Από την άλλη, περισσότερες «παραδοσιακές» μικρές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν και να γίνουν πιο δημιουργικές στο διαδικτυακό οικοσύστημα. Έτσι, άρχισαν να στρέφονται σε διαδικτυακές πρακτικές και σε νέα επιχειρηματικά μοντέλα ενσωματώνοντας ψηφιακά εργαλεία, προκειμένου να διαχειριστούν κατάλληλα τις επιπτώσεις της Covid-19 και να διασφαλίσουν την ανθεκτικότητα και την ανάπτυξή τους.
Παρόλο που η πλειονότητα των Ελλήνων e-shoppers φαίνεται να προτιμά τους εγχώριους εμπόρους, στην προσπάθεια στήριξης των τοπικών επιχειρήσεων, οι ντόπιοι καταναλωτές δεν έχουν στρέψει την πλάτη τους στις διασυνοριακές αγορές ηλεκτρονικού εμπορίου, με την Κίνα να είναι ο πιο δημοφιλής προορισμός για τις αγορές τους στο εξωτερικό – ακολουθούμενη από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ – κυρίως χάρη στη μεγάλη γκάμα προϊόντων, τις χαμηλές τιμές και τις ειδικές προσφορές. Το διασυνοριακό μερίδιο αντιπροσωπεύει το 25,5% των συνολικών διαδικτυακών πωλήσεων στην Ευρώπη κατά το έτος 2020, καθώς οι καταναλωτές -με γνώμονα τις τιμές- συνειδητοποιούν τα πλεονεκτήματα της διαδικτυακής σύγκρισης ενός ευρέος φάσματος προϊόντων σε σύντομο χρονικό διάστημα, σε συνδυασμό με τις ελκυστικές διαδικτυακές προσφορές και τους εκπτωτικούς κωδικούς. Το ποσοστό των Ευρωπαίων καταναλωτών που πραγματοποίησε διασυνοριακές διαδικτυακές αγορές ανήλθε στα 220 εκατομμύρια.
Υψηλές καταναλωτικές προσδοκίες
Είναι σαφές ότι οι καταναλωτές έχουν ολοένα και υψηλότερες προσδοκίες, στις οποίες οφείλουν να ανταποκρίνονται οι έμποροι. Για παράδειγμα, για τους περισσότερους Ευρωπαίους online καταναλωτές, ο μέγιστος χρόνος παράδοσης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 3-5 ημέρες. Από την άλλη πλευρά, η δεδομένη δημοτικότητα των ασιατικών marketplaces – όπως η πλατφόρμα AliExpress – με μεγάλους χρόνους παράδοσης δείχνει ότι και οι Έλληνες είναι συχνά πιο ελαστικοί στις απαιτήσεις τους, σε περίπτωση που γνωρίζουν ότι θα λάβουν κάτι “επιπλέον” σε αντάλλαγμα – είτε αυτό είναι χαμηλότερη τιμή ή η πιθανότητα ανάκτησης μέρους του ποσού που καταβλήθηκε με τη μορφή επιστροφής χρημάτων (cashback).
Οι Έλληνες έμποροι που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο είναι τελικά ικανοί να ανταγωνιστούν τους Ασιάτες «γίγαντες» ομολόγους τους, όχι μόνο στις τιμές, την ποιότητα ή τους ασύγκριτα ταχύτερους χρόνους παράδοσης, αλλά και με άλλες ενδιαφέρουσες παροχές, με ταυτόχρονες επιλογές χαμηλού κινδύνου, χωρίς κρυφές χρεώσεις.
Η δυνατότητα μόνιμης συνδρομής σε χαμηλή τιμή ή άμεσων αναλήψεων από τραπεζικούς λογαριασμούς συγκαταλέγεται ανάμεσα σε μερικούς μόνο από τους τρόπους διατήρησης της ισορροπίας μεταξύ μιας ελκυστικής προσφοράς για τον πελάτη και των προνομίων για τον έμπορο, τα οποία προσφέρει η πλατφόρμα πληρωμών της ZEN.com. Χάρη στα εξειδικευμένα και ευέλικτα πακέτα, οι καινοτόμες λύσεις και τα ‘zenefits’ που παρέχει η fintech εταιρεία, με δυναμική παρουσία ήδη σε 31 ευρωπαϊκές αγορές, έχουν ήδη δοκιμαστεί με αποδεδειγμένη αξία και ιστορικό επιτυχίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Πηγή: www.webworldnews.gr